Δεν ισχύει ότι η κοινωνία δεν έχει δύναμη, ούτε ότι είναι αθώα. Καθορίζουμε τη μοίρα μας ψηφίζοντας κόμματα και πρόσωπα, διεκδικώντας, καταλαβαίνοντας, αλλάζοντας, επιλέγοντας. Εμείς κινούμαστε ή ακινητοποιούμαστε, εμείς κάνουμε βήματα μπροστά ή πίσω, εμείς προετοιμάζουμε το μέλλον μας και οργανώνουμε την πρόοδο ή την καταστροφή μας.
Ετσι και με το σκοπιανό. Τα πράγματα μπορεί να εξελίσσονταν διαφορετικά αν δεν διαμορφωνόταν πλειοψηφικό ρεύμα εναντίον οποιασδήποτε ονομασίας με τη λέξη Μακεδονία και αν δεν ακουγόταν όλο και πιο έντονα η βουή του πλήθους εναντίον του συμβιβασμού. Ο κόσμος που μαζεύτηκε στην Θεσσαλονίκη την Κυριακή ήταν πολύς, παθιασμένος και αποφασισμένος, πήρε την κατάσταση στα χέρια του.
Μπορεί να είναι παράλογο, αφού η προσωρινή ονομασία που έχει αποδεχθεί η χώρα μας (ΠΓΔΜ) περιλαμβάνει τη λέξη Μακεδονία, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν είναι ο ορθολογισμός που κυριαρχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Δεν υπάρχει συλλογική διάθεση για διευθέτηση της πολυετούς εκκρεμότητας όπως δεν
υπάρχει διάθεση για καμία πρόοδο σε κανένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής. Μας αρέσει το status quo, είμαστε ικανοποιημένοι με την κατάσταση ως έχει και δεν θέλουμε αλλαγές. Αφού τα κουτσοκαταφέραμε να είμαστε στα πολυτελή κλαμπ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, μεταξύ των πιο προηγμένων χωρών του κόσμου, γιατί να ρισκάρουμε τα κεκτημένα μας. Οι ελίτ μας, άλλωστε, δεν θέλουν να τα βάζουν με την πλειοψηφία, οπότε το ποτάμι του εθνικολαϊκισμού κυλάει χωρίς να συνατά εμπόδια, κυλάει και φουσκώνει. Ποιος θα τους εξηγήσει ότι στις διαπραγματεύσεις που γίνονται στο πλαίσιο του ΟΗΕ ποτέ δεν έχει συζητηθεί άλλη ονομασία από τη σύνθετη που περιλαμβάνει τη λέξη Μακεδονία; Κανείς και πάντως όχι τώρα.
Δεν φταίει ο Ζουράρις που έγινε υφυπουργός Παιδείας, τον ζητούσε ο οργανισμός μας. Μας αρέσει η ελαφρότητα, η ασυναρτησία, η εκκεντρικότητα, το κατέβασμα της πολιτικής στο επίπεδο ενός πρόχειρου reality show, μας πάει η ακρότητα, η ευτέλεια, η φτήνια. Ο ίδιος έκανε την πλάκα του, το διασκέδασε, γλέντησε το πέρασμά του από την εξουσία, έπαιξε με την αγραμματοσύνη μας και τη ροπή μας στις φούσκες, (απ)έδειξε ότι η διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων δεν είναι απαραίτητα κάτι σοβαρό, μπορεί να είναι και κάτι σαν φάρσα, γελάμε μέχρι δακρύων.
Δεν φταίνε οι βουλευτές της Ενωσης Κεντρώων που πρωταγωνιστούν στο παζάρι των μεταγραφών ρίχνοντας κι άλλο την ποιότητα του κοινοβουλευτισμού, εμείς τους εκλέξαμε και εμείς τους αναθέσαμε το ρόλο του “νέου” στην πολιτική. Ο Βασίλης Λεβέντης πέρασε από τα αλώνια του τηλεοπτικού trash στα σαλόνια της Βουλής κάτω από το χειροκρότημα των αγανακτισμένων πολιτών που επένδυσαν και καθρεφτίστηκαν στην προσωπικότητά του. Αντί να εύχεται καρκίνο στους πολιτικούς του αντιπάλους όπως στις μεταμεσονύκτιες εκπομπές του, έγινε φλογερός υπερασπιστής της εθνικής συνεννόησης αιτούμενος οικουμενική κυβέρνηση, απέκτησε συνομιλητές στην οικονομική ελίτ και στα ευρωπαϊκά fora, έχει ζήτηση από τα ΜΜΕ και αγωνία για την επόμενη δημοσκόπηση.
Δεν υπάρχει τίποτα που να συμβαίνει ερήμην μας, είναι όλα δικά μας, συμβατά με τον συλλογικό εαυτό μας και τη βαθύτερη ύπαρξή μας. Αυτά τα πανεπιστήμια θέλουμε, αυτά έχουμε. Ποτέ δεν υπήρξε κοινωνική απαίτηση για την αναβάθμισή τους τέτοια που να υποχρεώσει το πολιτικό σύστημα να αναλάβει τις ευθύνες του για το επίπεδο της δημόσιας παιδείας. Μπορεί να πληρώνουμε απίστευτα ποσά για τα φροντιστήρια που θα εξασφαλίσουν τη νίκη του παιδιού στις πανελλαδικές, όμως με το μετά δεν ασχολούμαστε, μπορεί να γίνεται παραεμπόριο στην είσοδο της σχολής, πιο κει να έχουμε διακίνηση και χρήση ναρκωτικών, να χρησιμοποιούνται αμφιθέατρα για την παραγωγή πολεμοφόδιων στις μάχες με τα ΜΑΤ, να απειλούνται καθηγητές, να γίνονται κλοπές, να λύνουν και να δένουν ομάδες άσχετες με το πανεπιστήμιο, αλλά μάλλον έχουμε συμφιλιωθεί με αυτή την εικόνα και πάντως δεν μας ενοχλεί τόσο ώστε να κάνουμε κάτι για να την αλλάξουμε.
Αντίθετα, το σκοπιανό μας συγκινεί, βγαίνουμε στο δρόμο, φωνάζουμε, διαμαρτυρόμαστε, χορεύουμε, δείχνουμε το πάθος και την αποφασιστικότητά μας να προστατεύσουμε τα ιερά και τα όσια. Δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε πειστικά, γιατί η ονομασία της ΠΓΔΜ έχει τόση σημασία για τη ζωή μας και για τις επόμενες γενιές, αλλά δεν μας νοιάζουν τα επιχειρήματα, αρκεί η εσωτερική μας ενόρμηση και η φασαρία που κάνουμε. Αφήστε που μετά από τόσα χρόνια εθνικής ταπείνωσης είναι ανακουφιστικό να επιβαλλόμαστε στους μικρότερους και φτωχότερους, στους Σκοπιανούς, όχι στους Τούρκους ούτε στους Γερμανούς και στο ΔΝΤ, να τους δείχνουμε την αποφασιστικότητα και την αυστηρότητά μας. Τι πιο φυσικό από το να στρέφεται ο αδύναμος εναντίον του ακόμη πιο αδύναμου - τα υπόλοιπα και τα διαφορετικά είναι για τους λίγους.
Αγγ. Σπανού-athensvoice.gr
Ετσι και με το σκοπιανό. Τα πράγματα μπορεί να εξελίσσονταν διαφορετικά αν δεν διαμορφωνόταν πλειοψηφικό ρεύμα εναντίον οποιασδήποτε ονομασίας με τη λέξη Μακεδονία και αν δεν ακουγόταν όλο και πιο έντονα η βουή του πλήθους εναντίον του συμβιβασμού. Ο κόσμος που μαζεύτηκε στην Θεσσαλονίκη την Κυριακή ήταν πολύς, παθιασμένος και αποφασισμένος, πήρε την κατάσταση στα χέρια του.
Μπορεί να είναι παράλογο, αφού η προσωρινή ονομασία που έχει αποδεχθεί η χώρα μας (ΠΓΔΜ) περιλαμβάνει τη λέξη Μακεδονία, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν είναι ο ορθολογισμός που κυριαρχεί στην ελληνική πραγματικότητα. Δεν υπάρχει συλλογική διάθεση για διευθέτηση της πολυετούς εκκρεμότητας όπως δεν
υπάρχει διάθεση για καμία πρόοδο σε κανένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής. Μας αρέσει το status quo, είμαστε ικανοποιημένοι με την κατάσταση ως έχει και δεν θέλουμε αλλαγές. Αφού τα κουτσοκαταφέραμε να είμαστε στα πολυτελή κλαμπ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, μεταξύ των πιο προηγμένων χωρών του κόσμου, γιατί να ρισκάρουμε τα κεκτημένα μας. Οι ελίτ μας, άλλωστε, δεν θέλουν να τα βάζουν με την πλειοψηφία, οπότε το ποτάμι του εθνικολαϊκισμού κυλάει χωρίς να συνατά εμπόδια, κυλάει και φουσκώνει. Ποιος θα τους εξηγήσει ότι στις διαπραγματεύσεις που γίνονται στο πλαίσιο του ΟΗΕ ποτέ δεν έχει συζητηθεί άλλη ονομασία από τη σύνθετη που περιλαμβάνει τη λέξη Μακεδονία; Κανείς και πάντως όχι τώρα.
Δεν φταίει ο Ζουράρις που έγινε υφυπουργός Παιδείας, τον ζητούσε ο οργανισμός μας. Μας αρέσει η ελαφρότητα, η ασυναρτησία, η εκκεντρικότητα, το κατέβασμα της πολιτικής στο επίπεδο ενός πρόχειρου reality show, μας πάει η ακρότητα, η ευτέλεια, η φτήνια. Ο ίδιος έκανε την πλάκα του, το διασκέδασε, γλέντησε το πέρασμά του από την εξουσία, έπαιξε με την αγραμματοσύνη μας και τη ροπή μας στις φούσκες, (απ)έδειξε ότι η διαχείριση των δημόσιων υποθέσεων δεν είναι απαραίτητα κάτι σοβαρό, μπορεί να είναι και κάτι σαν φάρσα, γελάμε μέχρι δακρύων.
Δεν φταίνε οι βουλευτές της Ενωσης Κεντρώων που πρωταγωνιστούν στο παζάρι των μεταγραφών ρίχνοντας κι άλλο την ποιότητα του κοινοβουλευτισμού, εμείς τους εκλέξαμε και εμείς τους αναθέσαμε το ρόλο του “νέου” στην πολιτική. Ο Βασίλης Λεβέντης πέρασε από τα αλώνια του τηλεοπτικού trash στα σαλόνια της Βουλής κάτω από το χειροκρότημα των αγανακτισμένων πολιτών που επένδυσαν και καθρεφτίστηκαν στην προσωπικότητά του. Αντί να εύχεται καρκίνο στους πολιτικούς του αντιπάλους όπως στις μεταμεσονύκτιες εκπομπές του, έγινε φλογερός υπερασπιστής της εθνικής συνεννόησης αιτούμενος οικουμενική κυβέρνηση, απέκτησε συνομιλητές στην οικονομική ελίτ και στα ευρωπαϊκά fora, έχει ζήτηση από τα ΜΜΕ και αγωνία για την επόμενη δημοσκόπηση.
Δεν υπάρχει τίποτα που να συμβαίνει ερήμην μας, είναι όλα δικά μας, συμβατά με τον συλλογικό εαυτό μας και τη βαθύτερη ύπαρξή μας. Αυτά τα πανεπιστήμια θέλουμε, αυτά έχουμε. Ποτέ δεν υπήρξε κοινωνική απαίτηση για την αναβάθμισή τους τέτοια που να υποχρεώσει το πολιτικό σύστημα να αναλάβει τις ευθύνες του για το επίπεδο της δημόσιας παιδείας. Μπορεί να πληρώνουμε απίστευτα ποσά για τα φροντιστήρια που θα εξασφαλίσουν τη νίκη του παιδιού στις πανελλαδικές, όμως με το μετά δεν ασχολούμαστε, μπορεί να γίνεται παραεμπόριο στην είσοδο της σχολής, πιο κει να έχουμε διακίνηση και χρήση ναρκωτικών, να χρησιμοποιούνται αμφιθέατρα για την παραγωγή πολεμοφόδιων στις μάχες με τα ΜΑΤ, να απειλούνται καθηγητές, να γίνονται κλοπές, να λύνουν και να δένουν ομάδες άσχετες με το πανεπιστήμιο, αλλά μάλλον έχουμε συμφιλιωθεί με αυτή την εικόνα και πάντως δεν μας ενοχλεί τόσο ώστε να κάνουμε κάτι για να την αλλάξουμε.
Αντίθετα, το σκοπιανό μας συγκινεί, βγαίνουμε στο δρόμο, φωνάζουμε, διαμαρτυρόμαστε, χορεύουμε, δείχνουμε το πάθος και την αποφασιστικότητά μας να προστατεύσουμε τα ιερά και τα όσια. Δεν μπορούμε να το εξηγήσουμε πειστικά, γιατί η ονομασία της ΠΓΔΜ έχει τόση σημασία για τη ζωή μας και για τις επόμενες γενιές, αλλά δεν μας νοιάζουν τα επιχειρήματα, αρκεί η εσωτερική μας ενόρμηση και η φασαρία που κάνουμε. Αφήστε που μετά από τόσα χρόνια εθνικής ταπείνωσης είναι ανακουφιστικό να επιβαλλόμαστε στους μικρότερους και φτωχότερους, στους Σκοπιανούς, όχι στους Τούρκους ούτε στους Γερμανούς και στο ΔΝΤ, να τους δείχνουμε την αποφασιστικότητα και την αυστηρότητά μας. Τι πιο φυσικό από το να στρέφεται ο αδύναμος εναντίον του ακόμη πιο αδύναμου - τα υπόλοιπα και τα διαφορετικά είναι για τους λίγους.
Αγγ. Σπανού-athensvoice.gr
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου