Την Παρασκευή, αιφνιδίως, η Εισαγγελέας Διαφθοράς ανακοίνωσε την παραίτησή της καταγγέλλοντας συμφέροντα από «το χώρο της φαρμακοβιομηχανίας που επιχειρούν να τη στοχοποιήσουν», ισχυριζόμενη πως ήταν έτοιμη να προχωρήσει σε αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Novartis και άλλες εταιρείες φαρμάκου...
Η Εισαγγελέας αναφερόταν σto δημοσίευμα της εφημερίδας Documento, σύμφωνα με το οποίο «ξέχασε» να συμπεριλάβει σημαντικά στοιχεία στις δικογραφίες που έχουν σχηματιστεί για τον Γιάννο Παπαντωνίου και τον Θωμά Λιακουνάκο και αφορούν το σκάνδαλο με τις προμήθειες οπλικών συστημάτων.
Οι παραλήψεις της Ελένης Ράικου προκύπτουν, σύμφωνα με το δημοσίευμα, από την έρευνα της ανακρίτριας Διαφθοράς Ηλιάνας Ζαμανίκα, η οποία ανέλαβε τη διασταύρωση του υλικού που είχε κατασχεθεί και παραδοθεί στην Εισαγγελία με αυτό που τελικά συμπεριλήφθηκε στη δικογραφία. Η κ. Ζαμανίκα είναι αυτή που διενεργεί την κύρια ανάκριση για τις δύο υποθέσις. Μάλιστα η καταγγελία της ανακρίτριας αν και έχει διαβιβαστεί στα αρμόδια όργανα της Δικαιοσύνης, ο επόπτης των ανακριτών, Εισαγγελέας Εφετών Σταμάτης Δασκαλόπουλος δεν έχει κινήσει τις διαδικασίες για την έρευνα.
Υπενθυμίζεται πως οι δύο υποθέσεις αφορούν τις συμβάσεις εκσυγχρονισμού των φρεγατών τύπου S και την προμήθεια των ελικοπτέρων NH90 για τις οποές έχει ασκηθεί δίωξη σε βάρος του επιχειρηματία Θ. Λιακουνάκου. Οι δύο δικογραφίες έχουν διαβιβαστεί και στο κοινοβούλιο προκειμένου να εξεταστεί αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες του τότε υπουργού Άμυνας Γ. Παπαντωνίου. Η δικογραφία για τις φρεγάτες στάλθηκε στην ανακρίτρια τον Ιούλιο του 2016, ενώ αυτή για τα ελικόπτερα τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου.
Σύμφωνα πάντα με την εφημερίδα Documento, μετά την παράδοση των δικογραφιών από την Εισαγγελία Διαφθοράς στην ανακρίτρια Διαφθοράς κ. Ζαμανίκα διαπιστώθηκε πως έλειπαν από το σύνολο των εγγράφων βασικά αποδεικτικά στοιχεία και συγκεκριμένα δύο υπολογιστές με έγγραφα. Αυτό προέκυψε κατά την αντιπαραβολή των πρακτικών έρευνας και κατάσχεσης των στοιχείων που βρέθηκαν στο σπίτι του επιχειρηματία Λιακουνάκου με το υλικό που παραδόθηκε στο ανακριτικό γραφείο. Το ανακριτικό γραφείο άρχισε να αναζητά το υλικό αυτό στην Εισαγγελία Διαφθοράς, αλλά δεν υπήρχε καμιά απάντηση για το που βρίσκεται.
Τελικά στις 24 Ιανουαρίου του 2017 η κ. Ζαμανίκα απέστειλε επίσημο έγγραφο στην κ. Ράικου, η οποία τελικά, όπως γράφει η εφημερίδα, «αναγκάστηκε να στείλει το υλικό στην ανακρίτρια». Από τους υπολογιστές του Λιακουνάκου αντλήθηκαν περίπου 250.000 έγγραφα τα οποία δεν είχαν διαβιβαστεί. Το ακόμη σοβαρότερο είναι πως ότι από την ανάλυση των αρχείων αυτών προέκυψε πως ουδέποτε είχαν ανοιχθεί για να διαβαστεί και να αξιολογηθεί το περιεχόμενό τους.
Στην αναφορά της προς τον επόπτη ανακριτών, εισαγγελέα Στ. Δασκαλόπουλο, αναφορά πως από τα στοιχεία προκύπτει το συμπέρασμα ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς και προσωπικά η κ. Ράικου προχώρησαν σε υποτυπώδη έρευνα για τις ευθύνες του Θ. Λιακουνάκου και κατ’ επέκταση του πρώην υπουργού Γ. Παπαντωνίου. Όπως επισημαίνει «όχι μόνο δεν εξέτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία και τα απέκρυψαν από την ανάκριση αλλά κατέληξαν και σε έρευνα αδικημάτων τα οποία δεν είναι ούτε τα μόνα αλλά ούτε και τα πιο σημαντικά».
Δηλαδή, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της η εισαγγελία διαφθοράς προσανατολίστηκε στην έρευνα του «ελαφρού» αδικήματος της απιστίας, το οποίο για τον Γ. Παπαντωνίου έχει ήδη παραγραφεί, και όχι των αδικημάτων της δωροδοκίας, δωροληψίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Η ανακρίτρια διαπιστώνει ακόμη πως ερευνήθηκαν μόνο οι βασικές συμβάσεις για την αγορά των οπλικών συστημάτων και όχι οι συμβάσεις που αφορούν τα αντισταθμιστικά οφέλη. Σημειώνεται πως οι εν λόγω συμβάσεις, βάσει εμπειρίας από άλλα σκάνδαλα, είναι αυτές που χρησιμοποιούνται για να περάσουν μέσα από εταιρείες συμβούλων οι μίζες έργων τα οποία ουδέποτε έγιναν στην πραγματικότητα.
Οι παραλήψεις της Ελένης Ράικου προκύπτουν, σύμφωνα με το δημοσίευμα, από την έρευνα της ανακρίτριας Διαφθοράς Ηλιάνας Ζαμανίκα, η οποία ανέλαβε τη διασταύρωση του υλικού που είχε κατασχεθεί και παραδοθεί στην Εισαγγελία με αυτό που τελικά συμπεριλήφθηκε στη δικογραφία. Η κ. Ζαμανίκα είναι αυτή που διενεργεί την κύρια ανάκριση για τις δύο υποθέσις. Μάλιστα η καταγγελία της ανακρίτριας αν και έχει διαβιβαστεί στα αρμόδια όργανα της Δικαιοσύνης, ο επόπτης των ανακριτών, Εισαγγελέας Εφετών Σταμάτης Δασκαλόπουλος δεν έχει κινήσει τις διαδικασίες για την έρευνα.
Υπενθυμίζεται πως οι δύο υποθέσεις αφορούν τις συμβάσεις εκσυγχρονισμού των φρεγατών τύπου S και την προμήθεια των ελικοπτέρων NH90 για τις οποές έχει ασκηθεί δίωξη σε βάρος του επιχειρηματία Θ. Λιακουνάκου. Οι δύο δικογραφίες έχουν διαβιβαστεί και στο κοινοβούλιο προκειμένου να εξεταστεί αν υπάρχουν ποινικές ευθύνες του τότε υπουργού Άμυνας Γ. Παπαντωνίου. Η δικογραφία για τις φρεγάτες στάλθηκε στην ανακρίτρια τον Ιούλιο του 2016, ενώ αυτή για τα ελικόπτερα τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου.
Σύμφωνα πάντα με την εφημερίδα Documento, μετά την παράδοση των δικογραφιών από την Εισαγγελία Διαφθοράς στην ανακρίτρια Διαφθοράς κ. Ζαμανίκα διαπιστώθηκε πως έλειπαν από το σύνολο των εγγράφων βασικά αποδεικτικά στοιχεία και συγκεκριμένα δύο υπολογιστές με έγγραφα. Αυτό προέκυψε κατά την αντιπαραβολή των πρακτικών έρευνας και κατάσχεσης των στοιχείων που βρέθηκαν στο σπίτι του επιχειρηματία Λιακουνάκου με το υλικό που παραδόθηκε στο ανακριτικό γραφείο. Το ανακριτικό γραφείο άρχισε να αναζητά το υλικό αυτό στην Εισαγγελία Διαφθοράς, αλλά δεν υπήρχε καμιά απάντηση για το που βρίσκεται.
Τελικά στις 24 Ιανουαρίου του 2017 η κ. Ζαμανίκα απέστειλε επίσημο έγγραφο στην κ. Ράικου, η οποία τελικά, όπως γράφει η εφημερίδα, «αναγκάστηκε να στείλει το υλικό στην ανακρίτρια». Από τους υπολογιστές του Λιακουνάκου αντλήθηκαν περίπου 250.000 έγγραφα τα οποία δεν είχαν διαβιβαστεί. Το ακόμη σοβαρότερο είναι πως ότι από την ανάλυση των αρχείων αυτών προέκυψε πως ουδέποτε είχαν ανοιχθεί για να διαβαστεί και να αξιολογηθεί το περιεχόμενό τους.
Στην αναφορά της προς τον επόπτη ανακριτών, εισαγγελέα Στ. Δασκαλόπουλο, αναφορά πως από τα στοιχεία προκύπτει το συμπέρασμα ότι η Εισαγγελία Διαφθοράς και προσωπικά η κ. Ράικου προχώρησαν σε υποτυπώδη έρευνα για τις ευθύνες του Θ. Λιακουνάκου και κατ’ επέκταση του πρώην υπουργού Γ. Παπαντωνίου. Όπως επισημαίνει «όχι μόνο δεν εξέτασαν τα αποδεικτικά στοιχεία και τα απέκρυψαν από την ανάκριση αλλά κατέληξαν και σε έρευνα αδικημάτων τα οποία δεν είναι ούτε τα μόνα αλλά ούτε και τα πιο σημαντικά».
Δηλαδή, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της η εισαγγελία διαφθοράς προσανατολίστηκε στην έρευνα του «ελαφρού» αδικήματος της απιστίας, το οποίο για τον Γ. Παπαντωνίου έχει ήδη παραγραφεί, και όχι των αδικημάτων της δωροδοκίας, δωροληψίας και του ξεπλύματος μαύρου χρήματος. Η ανακρίτρια διαπιστώνει ακόμη πως ερευνήθηκαν μόνο οι βασικές συμβάσεις για την αγορά των οπλικών συστημάτων και όχι οι συμβάσεις που αφορούν τα αντισταθμιστικά οφέλη. Σημειώνεται πως οι εν λόγω συμβάσεις, βάσει εμπειρίας από άλλα σκάνδαλα, είναι αυτές που χρησιμοποιούνται για να περάσουν μέσα από εταιρείες συμβούλων οι μίζες έργων τα οποία ουδέποτε έγιναν στην πραγματικότητα.
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου