Ήταν μια φορά κι έναν καιρό δυο κόμματα.
Το ένα ήταν αριστερό, είχε στην ατζέντα του τα δικαιώματα, τα ανθρωπιστικά κινήματα, την οικολογία, την κοινωνική πολιτική και τον διεθνισμό εντός ευρωπαϊκού πλαισίου. Μια μέρα έβγαλε μπροστάρη έναν νέο εκλεκτό, έναν νεαρό με φαβορίτες και πέτσινο μπουφάν. Κι ήρθε μια μέρα το Μνημόνιο σαν δώρο εξ ουρανού και στήθηκαν τελετουργίες οργής, «καλλιτεχνικές» εγκαταστάσεις με κρεμάλες, ακούστηκαν λόγια βαριά κι ένα σωρό υποσχέσεις για σκισμένες δανειακές συμβάσεις, συμμαχίες επαναστατικών δυνάμεων, μετάθεση των βαρών στους «άλλους», στους πλούσιους, στους Γερμανούς, στους νεοφιλελεύθερους, στην κατσίκα του γείτονα.
Το άλλο κόμμα ήταν δεξιό. Ο αρχηγός του από νεαρός στο κουρμπέτι, με μεγάλα όνειρα, μεγάλα γυαλιά, πυκνά μαλλιά και ιδανικά. Κάποια στιγμή η ζωή, ο Αντώνης Σαμαράς και τα Μνημόνια τον έσπρωξαν στο μεγάλο βήμα. Με σημαίες γαλανόλευκες και βυζαντινές ξεχύθηκε στους δρόμους και κήρυξε την επανάσταση των εθνικοφρόνων. Το κόμμα του είχε στην ατζέντα του την Παναγία, τα εθνικά, τη Μακεδονία, τη Θράκη, συμμαχίες με ομόδοξους και πατριώτες επαναστάτες της Ευρώπης για να απαλλαγούμε από την «μπότα» του «Δ" Ράιχ» και τον νεοφιλελευθερισμό.
Δεν ήταν η τύχη που ένωσε τα κόμματα αυτά. Ηταν ο σκοπός κι ο χαρακτήρας τους. Από τα τέλη του 2014 περίπου, έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν. Η σχέση επισημοποιήθηκε στη Βουλή των Ελλήνων, στις 11/2/2015, με την ψήφο εμπιστοσύνης και γιορτάστηκε με πανηγυρισμούς στα υπουργικά έδρανα, με τον Νίκο Παππά να σφιχταγκαλιάζεται με τη Σταυρούλα Ξουλίδου και τον Παύλο Χαϊκάλη, που είχαν επιχειρήσει, λίγους μήνες πριν, να τορπιλίσουν την προεδρική εκλογή.
Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ακόμη, συχνά καλόπιστα, ότι ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ παραμένουν δύο διακριτά κόμματα, με πολύ διαφορετική ατζέντα, επηρεασμένοι, προφανώς, από το γεγονός ότι αυτό ισχύει για κάποια πρόσωπα στα κόμματα αυτά. Υπάρχουν επίσης πολλοί άνθρωποι που πιστεύουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας κι ο Πάνος Καμμένος τσακώνονται αλλά συμβιβάζονται εξ ανάγκης.
Το αφήγημα και οι «διαφωνίες». Στην πραγματικότητα αυτό είναι το αφήγημα στο οποίο στήθηκε αυτή η πετυχημένη συνεργασία. Οτι δεν υπήρχε άλλη διέξοδος για να σχηματίσει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που ξέρουμε πως δεν ισχύει. Η συνεργασία είχε εκ των προτέρων συμφωνηθεί κι ήταν βαθύτατα προγραμματική, με πρόγραμμα την εξουσία (όχι την κυβέρνηση, την εξουσία).
Οι όποιες «διαφωνίες» παραμερίζονται, όπως και τα στελέχη που ενοχλούνται. Ο Πάνος Καμμένος μάλιστα ψήφισε και με τα δυο χέρια τις πρώτες προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού, στις οποίες συμπεριλαμβανόταν η «αμοιβαία αποδεκτή λύση στη διαφορά για το όνομα της ΠΓΔΜ, στη βάση μιας σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό για όλες τις χρήσεις» (στις επόμενες, του Σεπτεμβρίου, δεν έγινε καμία αναφορά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής).
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ήδη υιοθετήσει έναν πιο εσωστρεφή «εθνικό» λόγο τα χρόνια του αντιμνημονιακού αγώνα, με το λανγκάζ περί προδοτών και τον Αλέξη Τσίπρα να λέει πως όσοι υπογράφουν Μνημόνια «ίσως δεν είναι πατριώτες». Και βεβαίως, με τον αντιγερμανισμό, που εκδηλωνόταν από π.χ. διαδηλώσεις φιλικών συνδικαλιστών με στολές ναζί, συναφές λεξιλόγιο και «χιούμορ», ώς τις μνημειώδεις ατάκες του εκκολαπτόμενου Πρωθυπουργού, όπως «το πλεονέκτημά μου απέναντι στην κυρία Μέρκελ είναι ότι εγώ από το γραφείο μου έχω θέα τα 2.500 χρόνια ιστορίας της δημοκρατίας κι εκείνη το Ράιχσταγκ».
Πασόκοι και δεξιοί. Παράλληλα, στα δύο κόμματα είχαν ήδη αρχίσει να εισρέουν στελέχη και ψηφοφόροι του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ» με αναφορά στον Αντρέα Παπανδρέου (ποιος θυμάται την υποψηφιότητα του Ηλία Λιβάνη με τον ΣΥΡΙΖΑ;) και άνθρωποι της «κοινωνικής Δεξιάς» με αναφορά στον Κώστα Καραμανλή. Αντρέας και Καραμανλής «ενώνουν», κατά κάποιο τρόπο, το ζεύγος. Ο μεν Τσίπρας σχεδόν αντιγράφει τον Παπανδρέου υφολογικά, εξαιρεί την περίοδο Καραμανλή στην κριτική του για τα πεπραγμένα του παλιού δικομματισμού, ενώ έχει επιλέξει να περιτριγυρίζεται από σημαντικά καραμανλικά στελέχη, μεταξύ αυτών τον πρώτο πολίτη της χώρας Προκόπη Παυλόπουλο και τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλο. Ο Καμμένος δεν κρύβει την αγάπη του στον Καραμανλή, περιγράφει ως το απόλυτο κακό «το ΠΑΣΟΚ του Σημίτη», έχρισε αντιπρόεδρο του κόμματος τον Παναγιώτη Σγουρίδη και έχει κάνει θερμές αναφορές στην εξωτερική πολιτική του Παπανδρέου.
Βοναπάρτες και ιακωβίνοι. Η συγκυβέρνηση δυο κομμάτων που ζητούν εξουσία «από τον λαό για τον λαό», βοναπάρτες και ιακωβίνοι που διακηρύσσουν τη διαφορετικότητά τους ενώ ταυτίζονται σημαντικά, δεν είναι δα και κάτι πρωτοφανές στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή. Αυτή είναι η σπονδυλική στήλη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Μιας συμμαχίας που παρομοιάζεται με τη μάχη του Γοργοποτάμου, αλλά τα σπάει πριβέ στον Πλούταρχο. Γύρω από αυτή τη σπονδυλική στήλη διακλαδώνονται όλες οι κυβερνητικές αποφάσεις, στις οποίες ήταν πάντοτε μαζί. Ακόμη κι όταν ήταν χώρια.
Είναι αναπόσπαστο μέρος της σχέσης η διγλωσσία αυτή, αυτό το παιχνίδι δημιουργίας ταυτοτικών ψευδαισθήσεων. Το πρόβλημα είναι ότι καμιά φορά θυμίζουν ζυγαριά που παλαντζάρει. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, όταν ο Πρωθυπουργός λέει πως δεν θα ανεχθεί «καμία διγλωσσία και προσωπικές στρατηγικές» στην εξωτερική πολιτική και λίγες μέρες μετά ο υπουργός που για χάρη του πέφτουν κεφάλια, γράφει δημόσια για χρηματισμό και εκβιασμό βουλευτών της ΠΓΔΜ και κατηγορεί την ίδια του την κυβέρνηση (!) για χρηματισμό από τον Σόρος, ε, είναι να αναρωτιέται κανείς ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο. Κι αυτό δεν προμηνύει ποτέ καλά πράγματα. Για τον τόπο.
Τζίνα Μοσχολιού-ΤΑ ΝΕΑ
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου