Το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές γιατί μπόρεσε να προσφέρει στην ελληνική κοινωνία ένα εναλλακτικό αφήγημα και μια ελπίδα που έμοιαζε απτή και εφικτή.
Το όχι στα μνημόνια, η δυνατότητα ανάκτησης της λαϊκής κυριαρχίας, η δυνατότητα να μπει φραγμός στη λιτότητα, κινητοποίησαν την κοινωνία και οδήγησαν ένα σημαντικό μέρος της στο να υπερψηφίσει το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Ήταν τέτοια η εμπιστοσύνη στη δυνατότητα κάνει να κάνει αυτό το κόμμα που ακόμη και το Σεπτέμβριο του 2015 και ενώ είχε μεσολαβήσει η συνθηκολόγηση του Ιουλίου, μπόρεσε να κερδίσει τις εκλογές.
Μόνο που μετά αποδείχτηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να φέρει την αλλαγή. Προσαρμόστηκε στην εφαρμογή των μνημονίων και μάλλον τα πήγε
καλύτερα σε αυτό από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αφού κατάφερε να οδηγήσει στην ολοκλήρωση του «ελληνικού προγράμματος».
Τώρα, όμως, έρχονται εκλογές. Δεν έχουμε πια μνημόνια (παρότι έχουμε μνημονιακή επιτήρηση) και άρα η πολίτική αντιπαράθεση δεν είναι πια στο «ναι ή όχι στα μνημόνια», ούτε καν στο «ποιος μπορεί να εφαρμόσει και “παράλληλο”» πρόγραμμα μαζί με τα μνημόνια».
Τώρα η αντιπαράθεση αφορά αυτά που έχουν να πει τα κόμματα για την επόμενη μέρα.
Για την οικονομική και κοινωνική πολιτική που θα εφαρμοστεί μετά το τέλος των μνημονίων.
Για το πώς θα σταθεί στα πόδια της η παιδεία.
Για το τι θα γίνει με την υγεία.
Για το εάν θα υπάρξει ανάπτυξη που να συνδυάζεται με την κοινωνική δικαιοσύνη.
Κανονικά, μια τέτοια συζήτηση θα μπορούσε να ευνοήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, μια που ένα υποτίθεται αριστερό και προοδευτικό κόμμα θα μπορούσε να υποσχεθεί περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, έστω και μέσα στα στενά μεταμνημονιακά όρια, όπως και μια ανάπτυξη που να αφορά τους πολλούς.
Άλλωστε, η ελληνική κοινωνία μετά από όσα πέρασε δεν ζητάει πολλά.
Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ ήταν και σχετικά εύκολη, από τη στιγμή που η Νέα Δημοκρατία έχει επιλέξει μια ιδιότυπη πολιτική ακροβασία ανάμεσα στη σκληρή λιτότητα και έναν παλαιάς κοπής νεοσυντηρητισμό (για να μην είναι δυσαρεστημένη και η «σκληρή δεξιά» πτέρυγά της).
Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατεβαίνει στις εκλογές λέγοντας «έχω την προοδευτική πρόταση για την επόμενη μέρα των μνημονίων».
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατεβαίνει στις εκλογές με τη γραμμή «έχω τις δικογραφίες για να βγάζει πρωτοσέλιδα ο Βαξεβάνης».
Αντί να επεξεργάζεται πολιτικές προτάσεις και ιδέες για την οικονομία, το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως μαζεύει άσχετα μεταξύ τους στοιχεία σε βιαστικούς φακέλους τους οποίους ο Παπαγγελόπουλος μετά βαφτίζει «σκάνδαλα» και «διαπλοκή» με μοναδικό σκοπό να χτυπηθούν πολιτικοί αντίπαλοι.
Ακόμη χειρότερα, επιλέγουν να κατασκευάσουν «εχθρούς».
Δεν έχει καμιά σημασία ότι οι κατηγορίες δεν στέκουν.
Δεν τους ενδιαφέρει ότι απλώς θα φάνε το χρόνο των δικαστηρίων αλλά μετά θα έρθουν απαλλακτικές αποφάσεις.
Δεν μετρούν καθόλου ότι όλα αυτά απλώς συντηρούν μια εικόνα γενικευμένης διαφθοράς που τελικά μόνο την ακροδεξιά διευκολύνει.
Το μόνο που τους νοιάζει είναι να πάνε στις εκλογές λέγοντας «ή εμείς ή αυτοί» και το «αυτοί» να φαντάζει αρκούντως διεφθαρμένο, διαπλεκόμενο και υπόδικο.
Μόνο που δεν έχουν καταλάβει καθόλου καλά πώς σκέφτεται η κοινωνία.
Η κοινωνία δεν θέλει εχθρούς αλλά απαντήσεις και προτάσεις.
Προγράμματα και λύσεις σε προβλήματα.
Δεσμεύσεις για πολιτικές.
Και όταν η κοινωνία δεν βρίσκει αυτά που ζητά, μπορεί να είναι πολύ σκληρή.
Ας διδαχτούν στον ΣΥΡΙΖΑ από το πώς κατάφερε το ΠΑΣΟΚ μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθεί από κυρίαρχο στο πολιτικό σύστημα στη θέση μιας σχετικά περιθωριακής δύναμης.
Και ας σταματήσουν τα κόλπα που δεν πείθουν πια κανέναν.
Λευτ. Χαραλαμπόπουλος-in.gr
Το όχι στα μνημόνια, η δυνατότητα ανάκτησης της λαϊκής κυριαρχίας, η δυνατότητα να μπει φραγμός στη λιτότητα, κινητοποίησαν την κοινωνία και οδήγησαν ένα σημαντικό μέρος της στο να υπερψηφίσει το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα.
Ήταν τέτοια η εμπιστοσύνη στη δυνατότητα κάνει να κάνει αυτό το κόμμα που ακόμη και το Σεπτέμβριο του 2015 και ενώ είχε μεσολαβήσει η συνθηκολόγηση του Ιουλίου, μπόρεσε να κερδίσει τις εκλογές.
Μόνο που μετά αποδείχτηκε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να φέρει την αλλαγή. Προσαρμόστηκε στην εφαρμογή των μνημονίων και μάλλον τα πήγε
καλύτερα σε αυτό από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, αφού κατάφερε να οδηγήσει στην ολοκλήρωση του «ελληνικού προγράμματος».
Τώρα, όμως, έρχονται εκλογές. Δεν έχουμε πια μνημόνια (παρότι έχουμε μνημονιακή επιτήρηση) και άρα η πολίτική αντιπαράθεση δεν είναι πια στο «ναι ή όχι στα μνημόνια», ούτε καν στο «ποιος μπορεί να εφαρμόσει και “παράλληλο”» πρόγραμμα μαζί με τα μνημόνια».
Τώρα η αντιπαράθεση αφορά αυτά που έχουν να πει τα κόμματα για την επόμενη μέρα.
Για την οικονομική και κοινωνική πολιτική που θα εφαρμοστεί μετά το τέλος των μνημονίων.
Για το πώς θα σταθεί στα πόδια της η παιδεία.
Για το τι θα γίνει με την υγεία.
Για το εάν θα υπάρξει ανάπτυξη που να συνδυάζεται με την κοινωνική δικαιοσύνη.
Κανονικά, μια τέτοια συζήτηση θα μπορούσε να ευνοήσει τον ΣΥΡΙΖΑ, μια που ένα υποτίθεται αριστερό και προοδευτικό κόμμα θα μπορούσε να υποσχεθεί περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη, έστω και μέσα στα στενά μεταμνημονιακά όρια, όπως και μια ανάπτυξη που να αφορά τους πολλούς.
Άλλωστε, η ελληνική κοινωνία μετά από όσα πέρασε δεν ζητάει πολλά.
Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η δουλειά του ΣΥΡΙΖΑ ήταν και σχετικά εύκολη, από τη στιγμή που η Νέα Δημοκρατία έχει επιλέξει μια ιδιότυπη πολιτική ακροβασία ανάμεσα στη σκληρή λιτότητα και έναν παλαιάς κοπής νεοσυντηρητισμό (για να μην είναι δυσαρεστημένη και η «σκληρή δεξιά» πτέρυγά της).
Όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατεβαίνει στις εκλογές λέγοντας «έχω την προοδευτική πρόταση για την επόμενη μέρα των μνημονίων».
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατεβαίνει στις εκλογές με τη γραμμή «έχω τις δικογραφίες για να βγάζει πρωτοσέλιδα ο Βαξεβάνης».
Αντί να επεξεργάζεται πολιτικές προτάσεις και ιδέες για την οικονομία, το επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως μαζεύει άσχετα μεταξύ τους στοιχεία σε βιαστικούς φακέλους τους οποίους ο Παπαγγελόπουλος μετά βαφτίζει «σκάνδαλα» και «διαπλοκή» με μοναδικό σκοπό να χτυπηθούν πολιτικοί αντίπαλοι.
Ακόμη χειρότερα, επιλέγουν να κατασκευάσουν «εχθρούς».
Δεν έχει καμιά σημασία ότι οι κατηγορίες δεν στέκουν.
Δεν τους ενδιαφέρει ότι απλώς θα φάνε το χρόνο των δικαστηρίων αλλά μετά θα έρθουν απαλλακτικές αποφάσεις.
Δεν μετρούν καθόλου ότι όλα αυτά απλώς συντηρούν μια εικόνα γενικευμένης διαφθοράς που τελικά μόνο την ακροδεξιά διευκολύνει.
Το μόνο που τους νοιάζει είναι να πάνε στις εκλογές λέγοντας «ή εμείς ή αυτοί» και το «αυτοί» να φαντάζει αρκούντως διεφθαρμένο, διαπλεκόμενο και υπόδικο.
Μόνο που δεν έχουν καταλάβει καθόλου καλά πώς σκέφτεται η κοινωνία.
Η κοινωνία δεν θέλει εχθρούς αλλά απαντήσεις και προτάσεις.
Προγράμματα και λύσεις σε προβλήματα.
Δεσμεύσεις για πολιτικές.
Και όταν η κοινωνία δεν βρίσκει αυτά που ζητά, μπορεί να είναι πολύ σκληρή.
Ας διδαχτούν στον ΣΥΡΙΖΑ από το πώς κατάφερε το ΠΑΣΟΚ μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να βρεθεί από κυρίαρχο στο πολιτικό σύστημα στη θέση μιας σχετικά περιθωριακής δύναμης.
Και ας σταματήσουν τα κόλπα που δεν πείθουν πια κανέναν.
Λευτ. Χαραλαμπόπουλος-in.gr
Πηγή
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου